Μωάμεθ και Γεννάδιος

1534

Για τον Γεννάδιο γνωρίζουμε ότι το πραγματικό του όνομα ήταν Γεώργιος Κουρτέσης και είχε γεννηθεί στην Κωνσταντινούπολη γύρω στο 1400. Προερχόταν από εύπορη οικογένεια και έλαβε σημαντική εκπαίδευση. Γύρω από την εκπαίδευσή του δεν έχουμε ιδιαίτερες μαρτυρίες. Σε μιαν επιστολή του, ο ίδιος αναφέρει ότι υπήρξε αυτοδίδακτος.
Γνωρίζουμε ότι ανάμεσα στους δασκάλους του ήταν και ο επίσκοπος της Εφέσου Μάρκος Ευγενικός, ο οποίος υπήρξε σκληρός ανθενωτικός. Η παιδεία του περιελάμβανε εκτός της ρητορικής, τη φιλοσοφία, τη θεολογία και τη νομική. Ιδιαίτερη σπουδή έδειξε στη μελέτη του Αριστοτέλη. Γενικά, ο Γεννάδιος ήταν μια πολυσύνθετη και πεπαιδευμένη προσωπικότητα της εποχής του.
Η φήμη του δεν άργησε να απλωθεί στην έτσι κι αλλιώς καθημαγμένη Βασιλεύουσα. Φλέγον ζήτημα της εποχής του υπήρξε η Ένωση των Εκκλησιών. Ο Γεννάδιος αρχικά υπήρξε διαπρύσιος υποστηρικτής της Ένωσης. Διορίστηκε από τον φιλενωτικό αυτοκράτορα Ιωάννη Η΄ Παλαιολόγο «Καθολικός Κριτής των Ρωμαίων» (δικαστικό αξίωμα) και «Καθολικός Σεκρετάριος του Βασιλέως».
Με τα αξιώματα αυτά συνόδευσε τον αυτοκράτορα στη Σύνοδο Φερράρας – Φλωρεντίας, ως συνεργάτης του μητροπολίτη Νικαίας Βησσαρίωνος, όπου συζητήθηκε η Ένωση των Εκκλησιών. Στην αντιπροσωπεία συμμετείχε και ο Μάρκος Ευγενικός ο οποίος, όταν έγινε αποδεκτή η Ένωση, αρνήθηκε να την υπογράψει. Ο Γεννάδιος αντίθετα, αν και δεν παραβρέθηκε στην τελική υπογραφή καθώς είχε επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη, είχε δώσει τη γραπτή συγκατάθεσή του υπέρ της Ενώσεως.
Η μεταστροφή του Γεννάδιου σε ανθενωτικό συντελέστηκε τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1444, όταν πέθανε ο Μάρκος ο Ευγενικός και ο Γεώργιος Σχολάριος τέθηκε επικεφαλής του αγώνα κατά της Ένωσης, όπως του είχε υποσχεθεί. Από τον ίδιο τον Γεννάδιο μαθαίνουμε πως λίγο πριν ξεψυχήσει ο Μάρκος Ευγενικός του εξομολογήθηκε «πως προηγουμένως δεν συμμετείχα ανοιχτά στους αγώνες που καθοδηγούσε η αγιότητά σου, αλλά τους άφηνα να περάσουν σιωπηλά. Τώρα με τη βοήθεια του Θεού έχω αλλάξει εντελώς άποψη, και στέκομαι πλάι σου ως απόλυτος και δεδηλωμένος μαχητής για την αλήθεια. Θα ενεργώ και θα ομιλώ για σένα με το αίμα μου και με την ιδία μου τη ζωή».
Ο Γεννάδιος μοναχός 
Όπως φαίνεται μετά το θάνατο του Ιωάννη Η΄ και την άνοδο στον θρόνο του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, ο Σχολάριος απογοητεύτηκε, καθώς ο νέος αυτοκράτορας αμφιταλαντευόταν για το θέμα της Ένωσης. Έτσι, το 1449 ή το 1450 αποφασίζει να μονάσει, γνωστοποιεί την απόφασή του στον αυτοκράτορα (σώζεται σχετική επιστολή του) και κείρεται μοναχός στη Μονή Χαρσιανείτου, παίρνοντας το όνομα Γεννάδιος. Από τη Μονή του Παντοκράτορα συνεχίζει να καταγγέλλει την Ένωση των Εκκλησιών μέχρι τη στιγμή της Άλωσης της Πόλης από τον Μωάμεθ τον Πορθητή.
Ο Γεννάδιος πατριάρχης 
Αμέσως μετά την Άλωση και για μερικούς μήνες ο Γεννάδιος βρέθηκε στην Αδριανούπολη να έχει πουληθεί σαν σκλάβος σε ένα πλούσιο Τούρκο της πόλης. Ώσπου να γίνει γνωστό, απελευθερώθηκε άμεσα, προφανώς κατόπιν διαταγής του Σουλτάνου και το Σεπτέμβριο του 1453 επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη.
Εκείνη τη χρονική περίοδο η θέση του Πατριάρχη στην Κωνσταντινούπολη ήταν κενή. Ο προηγούμενος Πατριάρχης, Γρηγόριος Γ΄ Μαμμής, είχε διαφύγει στην Ιταλία δυο χρόνια πριν την Άλωση. Την ίδια στιγμή, το ότι δεν υπήρχε Πατριάρχης να υποδεχτεί τον Μωάμεθ, ήταν κάτι που δεν άρεσε ιδιαίτερα στους Τούρκους.
Συγκεκριμένα, ο Μωάμεθ έμεινε έκπληκτος από το γεγονός. Εκτός αυτού χρειαζόταν άμεσα έναν Πατριάρχη με τον οποίο να συνδιαλέγεται ως τον πνευματικό ηγέτη των Ορθοδόξων. Μάλιστα, όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, ο Μωάμεθ προτιμούσε ένα Πατριάρχη ανθενωτικό, που να απέκλειε η παρουσία του όσο το δυνατόν περισσότερο μια σταυροφορία αλληλεγγύης από τους χριστιανούς καθολικούς της Δύσης. Έτσι, όλα συνέτειναν στην υπέρ του Γενναδίου εκλογή.
Ωστόσο, ο δαιμόνιος Μωάμεθ δεν επενέβη σε αυτή την εκλογή αφήνοντάς την στην παραδοσιακή σύνοδο των ορθοδόξων κληρικών, κρατώντας για τον εαυτό του το δικαίωμα έγκρισης του τελικού αποτελέσματος. Ο Γεννάδιος για να ανέλθει στον πατριαρχικό θρόνο έπρεπε πρώτα η Ιερά Σύνοδος να τον προβιβάσει από μοναχό σε διάκο, ιερέα, επίσκοπο και Πατριάρχη.
Αφού πέρασε όλη την ιεραρχία σε χρόνο ρεκόρ, ο Γεννάδιος, στις 6 Ιανουαρίου 1454, έλαβε ως δώρο από τον Μωάμεθ μια νέα πατριαρχική ράβδο, μια και η αυθεντική είχε εξαφανιστεί. Ο Μωάμεθ συνόδευσε το δώρο του με τα εξής λόγια: «Πατριάρχευε επ’ ευτυχία, και έχε τη φιλίαν ημών, εν οις θέλεις, έχων πάντα τα σα προνόμια, ως και οι προ σου πατριάρχαι είχον».
Έτσι, η ενθρόνιση του Γεννάδιου έγινε σύμφωνα με την παράδοση και με όλες τις τιμές από πλευράς Μωάμεθ, ο οποίος φαινόταν σαν συνεχιστής των Βυζαντινών Αυτοκρατόρων.
Σχέσεις Μωάμεθ και Γενναδίου 
Γράφει ο Γεννάδιος για τον Μωάμεθ: « Η κατανόηση και η καλοσύνη του ήταν ανακούφιση για εμάς· έχει υποστηρίξει την Εκκλησία μας, και επίσης, με τη χάρη του Θεού, έχει σώσει πολλούς από εμάς από τον σκοτωμό». Ο ίδιος σε μια ποιμαντορική του επιστολή υποστηρίζει ότι θα μπορούσαν να ζήσουν κατά τον σωστό τρόπο «μόνο με την υπακοή και την υποταγή στην Εκκλησία και στον προστάτη της, δηλαδή τον Σουλτάνο».
Ενδιαφέρον ιδιαίτερο προκαλεί το γεγονός ότι ο Μωάμεθ αρεσκόταν να επισκέπτεται και να περνά πολλές ώρες με τον Γεννάδιο. Του ζήτησε μάλιστα να γράψει μια εκτενή έκθεση για τον χριστιανισμό, περίληψη της οποίας διέταξε να μεταφραστεί στην τουρκική.
(Ο Μωάμεθ μιλούσε άπταιστα ελληνικά, αφού μεγάλωσε με Ελληνίδα (Ρωμιά) θετή μητέρα ( η δική του είχε πεθάνει νωρίς και τον μεγάλωσε μια άλλη από τις γυναίκες του πατέρα του Μουράτ Β’, την οποία ο ίδιος θεωρούσε μητέρα του)
Ο Γεννάδιος από την αρχή δεν επιθυμούσε να αναλάβει τα πατριαρχικά καθήκοντα και είχε δηλώσει ότι θα μείνει εννιά μήνες από την ενθρόνιση του, δηλαδή έως τον Οκτώβριο του 1454. Ωστόσο, πείστηκε εκ νέου να παραμείνει άλλα δυο έτη.
Στην κεντρική είσοδο του Πατριαρχικού οίκου δεσπόζει το ψηφιδωτό με τον Μωάμεθ και τον Γεννάδιο.
Ξανά μοναχός 
Τελικά αποσύρθηκε ως μοναχός στο Άγιο Όρος και από εκεί στη Μονή Τιμίου Προδρόμου, κοντά στην πόλη των Σερρών. Την Κωνσταντινούπολη την επισκέφτηκε ως το τέλος της ζωής του άλλες δυο φορές.
Υπήρξε υπέρμαχος αλλά και ειλικρινής επικριτής της ορθόδοξης πίστης. Η πολυπλοκότητα του χαρακτήρα του φάνηκε στο θέμα της Ένωσης των Εκκλησιών. Αρχικά υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής για να καταλήξει σε πολέμιό της. Να σημειώσουμε ότι είχε μεταφράσει και σχολιάσει έργα του Θωμά Ακινάτη και είχε μελετήσει καθολικούς θεολόγους.
Η ανθενωτική του στάση προφανώς δεν είχε σχέση με τα προσχηματικά δογματικά ζητήματα όσο με λόγους παράδοσης από τη μια και πολιτικού ορθολογισμού και πραγματισμού από την άλλη.
Έγραφε: «Η χάρη του Θεού ίσως φέρει την Ένωση, αλλά πιστεύω πως είναι δύσκολο και σχεδόν αδύνατον να επιτευχθεί με ανθρώπινους όρους».
——————————————————————————-