Η άγνωστη Ανατολία (φωτογρ.)

1274

Πάνε πολλά χρόνια –και πάντως πριν από την εποχή της ψηφιακής κάμερας–, που με μια παρέα φίλων αποφασίσαμε να παρακολουθήσουμε ένα τμήμα της πορείας που έκαναν τα καραβάνια του μεταξιού στη Μικρά Ασία.

Και αν στην κεντρική Μικρά Ασία έβρισκαν καταφύγιο στα καραβάν σεράι, στις Ποντικές Άλπεις και στις κοιλάδες προστατεύονταν από πόλεις-οχυρά από τη βυζαντινή περίοδο ακόμα.

Και τι δεν είδαμε… Τοπία και χρώματα να εναλλάσσονται. Δρόμους σε απίστευτες διαδρομές και υψόμετρα. Πολιτισμούς που χάθηκαν και άλλους που προσπαθούν να επιβιώσουν.

Ακούγοντας πρόσφατα να αναφέρουν τη Συνθήκη του Καρς, ήρθαν στο μυαλό μου οι προσπάθειές μου να εντοπίσω την ελληνική συνοικία της πόλης μιας και πολλοί συμπατριώτες μου ήρθαν από εκεί καταταλαιπωρημένοι στην ακτή της Καλαμαριάς.

Αυτές τις εμπειρίες, έστω και φωτογραφικές, θέλω να τις μοιραστώ μαζί σας. Ξεκινάμε την περιπλάνηση από το Divriği (την αρχαία Τεφρική), που είναι πάνω στη ροή του Ευφράτη ποταμού στην κεντρική Μικρά Ασία. Στην πόλη, υπό την κυριαρχία των εμίρηδων Μενγκιτσέχ τον 13ο αιώνα κτίστηκε ένα εντυπωσιακό τζαμί –το Ulu Cami– που λειτουργούσε σαν σανατόριο μαζί με το Darüşşifa.

Στη συνέχεια της πορείας μας επισκεφθήκαμε την Αργυρούπολη, όπου στην περιοχή λειτουργούσαν από τον 17ο αιώνα μεταλλεία αργύρου με πολύ καλή απόδοση, εξασφαλίζοντας στους Έλληνες –εκτός από τη ζήση– και μια μορφή αυτονομίας.

Κατόπιν η Παϊπούρτη με το απόρθητο κάστρο της, όπως και όλες οι πόλεις που ήταν στον άξονα των καραβανιών από την Περσία ως την Τραπεζούντα ή τη Σμύρνη.

Μετά μέσω των υψιπέδων, με μέσο υψόμετρο σχεδόν 2.000 μ., εκεί που μαρτύρησαν πολλοί Πόντιοι στις πορείες θανάτου, φθάσαμε στο Ερζερούμ (τη βυζαντινή Θεοδοσιούπολη). Μετά τη μάχη του Μαντζικέρτ, το 1071, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία χάνει τις ανατολικές κτήσεις της και το Ερ-εζ-ρουμ σηματοδοτεί το όριο κυριαρχίας των Ελλήνων (Ρωμαίων = Ρουμ). Αυτή η πολύ αυστηρή ισλαμική πόλη έχει με μια σειρά από μεντρεσέδες (ιεροδιδασκαλεία), μαυσωλεία και τζαμιά.

Φεύγοντας από το Ερζερούμ, ο επόμενος προορισμός μας ήταν το Καρς.

Το κέντρο της δυναστείας των Παγκρατιδών με το αρχαίο Ανί δίπλα του. Στο Καρς ξεχωρίζει στο κέντρο του η εκκλησία των Αγίων Αποστόλων που κτίστηκε μεταξύ του 930 και 937 από τον Αρμένη βασιλιά Αμπάς. Ήταν το σημείο όπου έκαναν έπαρση τα ρωσικά στρατεύματα όταν κατά τη διάρκεια των ρωσοτουρκικών πολέμων το (ανα)καταλάμβαναν περιοδικά οι Ρώσοι. Με άξονα την πέτρινη γέφυρα (Taşköprü) και το παλιό χαμάμ, προσδιόρισα την ελληνική συνοικία.

Το γειτονικό Ανί ήταν πολύ δύσκολο να το επισκεφθώ, γιατί επειδή ακριβώς είναι στο σύνορο μεταξύ Τουρκίας-Αρμενίας, πάντα λόγω αψιμαχιών είναι απροσπέλαστο. Μετά από κάποιες αποτυχημένες προσπάθειες, εντέλει τα κατάφερα και το επισκέφθηκα. Το όνομά του η πόλη το πήρε από την περσική θεότητα του νερού Αναχίτ. Από τον 5ο έως τον 15ο αιώνα, που καταστράφηκε από τους Μογγόλους, άλλαξε αρκετές φορές χέρια: Αρμένιοι, Βυζαντινοί, Σελτζούκοι και Γεωργιανοί οι κύριοι της πόλης, που στα χρόνια της ακμής της είχε εκατοντάδες χιλιάδες κατοίκους.

Εκτός από την ακρόπολη, οι εκκλησίες των Αγ. Γρηγορίων (Γκαγκίκ Α΄, Αμπουγχανρέντς και Τιγκράν Χονέντς) είναι αυτές που θυμίζουν την παλιά αίγλη της πόλης.

Και μια και μιλήσαμε για εκκλησίες: Βορειότερα του Καρς στην τουρκική Γεωργία συναντήσαμε ό,τι πιο εντυπωσιακό από εκκλησίες (έστω και ημιερειπωμένες) γεωργιανής επίδρασης υπάρχει.

Στο Γιουσούφελι, στο Μπαρχάλ, στο Ισχάν και στο Οσκ-Βανκ οι εκκλησίες θυμίζουν ότι κάποτε αυτές οι περιοχές κατοικούνταν από ανθρώπους άλλης εθνικότητας και πολιτισμού. Πιθανότατα και οι σημερινοί κάτοικοί τους να ’ναι εξισλαμισμένοι απόγονοι αυτών.

Στη διαδρομή μας συναντήσαμε και παραπόταμους του Τίγρη που πέρναγαν από εντυπωσιακές κοιλάδες. Όμως εκείνο που πραγματικά θα μας μείνει αξέχαστο ήταν το παλάτι του Ισχάκ Πασά λίγο έξω από το Ντογούμπεγιαζιτ. Το παλάτι, η ανέγερση του οποίου ξεκίνησε το 1686 και τελείωσε έναν αιώνα μετά, είναι ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα βυζαντινής επίδρασης με στοιχεία οθωμανικής, περσικής και γεωργιανής τεχνοτροπίας.

Το τζαμί του Σελίμ Α΄ που κτίστηκε κατ’ εντολή του ίδιου του σουλτάνου στο πέρασμά του προς την Συρία «δένει» άψογα αισθητικά με το τοπίο.

Λίγο μακρύτερα είναι το αποτύπωμα ενός μετεωρίτη και μια φυσική γεωμορφή στους πρόποδες του Αραράτ, που ένας πιλότος της τουρκικής αεροπορίας εξέλαβε ως την Κιβωτό του Νώε.

Την περιήγησή μας έκλεισε η πόλη του Βαν, μια πόλη των Αρμενίων μαρτυρική που ανθούσε στις αρχές του 20ού αιώνα. Στα αρχαία χρόνια στο Βαν και στη γύρω περιοχή κατοικούσαν οι Ουράρτιοι, ένα γνήσιο ανατολίτικο φύλο που ανέπτυξε πολιτισμό (υπάρχει και αρχαιολογικός χώρος όπου εκτός της οχυρωμένης πόλης εκτίθενται και αποθηκευτικά δοχεία τροφίμων). Μετά από αυτούς, όταν εξαφανίστηκαν από την ιστορία, πέρασαν πολλοί από δω: Πέρσες, Έλληνες, Ρωμαίοι, Οθωμανοί, Αρμένιοι.

Μεταξύ 1915 και 1920 υπολογίζεται ότι σφαγιάσθηκαν 700.000-1.000.000 Αρμένιοι, με τα τραγικότερα γεγονότα να λαμβάνουν χώρα στο νησί Ακνταμάρ της λίμνης Βαν. Η εκκλησία του νησιού, που κτίστηκε στα χρόνια του Gagik Arzruni μεταξύ 915 και 921, είναι τυπικό δείγμα αρμενικής τέχνης. Τα λιθανάγλυφα που συναντάμε στην εξωτερική πρόσοψή της έχουν παραστάσεις από την Παλαιά Διαθήκη: του Αδάμ και της Εύας, του Γολιάθ και του Δαυίδ, του Ιωνά μέσα στο κήτος.

Το φρούριο του Χοσάπ, ένα μεσαιωνικό κουρδικό φρούριο, θυμίζει σε όλους τους κατακτητές και όσους ήθελαν να μεταφέρουν τα εμπορεύματά τους στο δρόμο των καραβανιών από τη μια άκρη της Γης στην άλλη ότι οι άνθρωποι και τα εμπορεύματα έχρηζαν προστασίας…

Κείμενο, φωτογραφίες: Βασίλης Κωνσταντινίδης

————————————————————————————
vkonsta.blogspot.gr-via pontos-news