Εκτός από την συνεχή περιπλάνηση στα μήκη και τα πλάτη της Πόλης, την εξερεύνηση και την επαφή με όλες της πτυχές της, μία ακόμη δραστηριότητά μου είναι η διαρκής καταγραφή της στον φωτογραφικό φακό μου.
Μέσα από αυτή την διαδικασία επιθυμώ να συγκρίνω τις φωτογραφίες μου με αυτές του παρελθόντος αλλά και να διαφυλλάσω τις τωρινές ως σημείο σύγκρισης με το μέλλον. Εξάλλου η παρούσα εικόνα της Πόλης μεταβάλλεται γοργά.
Μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις διαπίστωσα πως πράγματι το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω καθώς μερικές υπέροχες και σπάνιες φωτογραφίες του περασμένου αιώνα έχουν μπεί οριστικά στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Τα σημεία που απεικονίζονται έχουν πλέον αλλοιωθεί ή εξαφανιστεί από το πρόσωπο της Πόλης.
Εκεί που άλλοτε βρισκόνταν ο ναός της Αγίας Θέκλας, περιτριγυρισμένος από ταπεινές κατοικίες, στις μέρες μας υπάρχει ένα τεράστιο εργοτάξιο όπου χτίζονται δεκάδες διαμερίσματα. Ο χώρος είναι αποκλεισμένος και η είσοδος επιτρέπεται μόνο σε εργάτες και χειριστές μηχανημάτων. Δεν μπορούσα να συμβιβαστώ στην ιδέα να μείνω εκτός του εργοταξίου. Ξέρω οτι μόλις ολοκληρωθούν τα έργα, η περιοχή θα είναι παντελώς αγνώριστη. Έτσι εισήλθα στο αποκλεισμένο τετράγωνο, περπατώντας κατά μήκος του ανύπαρκτου πλέον toklu sokak (γιατί οι λέξεις κρύβουν πίσω τους και δεύτερες σημασίες) με την φωτογραφική μηχανή σε ετοιμότητα και ύφος επιστάτη κατασκευστικών έργων. Ήταν μάλλον τόσο πειστική και επιβλητική η παρουσία μου που ακόμα και τα σκυλιά που φύλασσουν τον χώρο με πλησίασαν υποταγμένα.
Ότι (για λίγο ακόμα) έχει απομείνει είναι ένα ξύλινο καλύβι στην μέση του εργοταξίου. Στην θέση του ναού της Αγίας Θέκλας υπάρχει ένα μεγάλο κενό που ίσως δώσει την θέση του σε χώρο στάθμευσης οχημάτων ή πλατεία.
Τις τελευταίες εβδομάδες νοιώθω την ανάγκη να βρίσκομαι συνεχώς στην περιοχή των Βλαχερνών, έχοντας πάντα την επιθυμία να περιτριγυρίσω και να εξερευνήσω τα εκεί Τείχη. Είναι σαν μία τρομερή έλξη να με τραβά κατά εκεί. Και πλέον τα γνωρίζω καλά. Κάθε πολεμίστρα, πορτούλα και σπιθαμή.
Σε ένα σημείο των Τειχών υπήρχε και το Αγίασμα του Αγίου Βασιλείου. Στην άλλοτε καρδιά του Παλατιού των Βλαχερνών υπάρχουν στις μέρες μας δεκάδες μικρά κτίσματα, εγκαταλελειμμένα όπως τους περασμένους δύο αιώνες. Το μόνο που ίσως έχει αλλάξει είναι το γεγονός οτι τα σημεία γύρω από τα Τείχη έχουν οικιοποιηθεί από ανθρώπους. Για αυτό τον λόγο δεν κατόρθωσα να έχω την ίδια οπτική γωνία με την φωτογραφία του περασμένου αιώνα.
Μακριά από τις Βλαχέρνες η ζωή κυλά με άλλους ρυθμούς και άλλους συσχετισμούς. Εξάλλου οι αντιθέσεις έδιναν ανέκαθεν την δική τους πινελιά στο Πολίτικο μωσαικό.
Ενώ σε αρκετές φωτογραφίες φαίνονται καθαρά οι αλλαγές ή οι αλλοιώσεις της Πόλης, σε άλλες οι σκηνές μοιάζουν αμετάβλητες. Το κεντρικό σταυροδρόμι του Μπεσίκτας ανήκει σε αυτή την κατηγορία που ο χρόνος μοιάζει σχεδόν να έχει παγώσει.
Η παρακάτω φωτογραφία αναμειγνύει την μεταβολή με την διαχρονικότητα. Η στήλη του Μαρκιανού κοσμεί την Πόλη για περισσότερα από 1500 έτη. Η φωτογραφία έχει τραβηχτεί στις αρχές του περασμένου αιώνα αλλά σίγουρα μετά το 1908 καθώς ως τότε η στήλη βρίσκονταν σε κήπο αρχοντικού. Μετά από μεγάλη πυρκαγιά το ίδιο έτος ο χώρος πήρε την μορφή που διατηρεί ως τις μέρες μας, φυσικά με την προσθήκη δεκάδων πολυκατοικιών.
Μία παρόμοια περίπτωση είναι και η φωτογραφία από τον Άγιο Δημήτριο στα Ταταύλα. Εκτός από την αλλαγή στην είσοδο του μαντρότοιχου και το καμπαναριό, οι περισσότερες μεταβολές έγιναν εξωτερικά του χώρου του ναού. Οι φωτογραφίες μιλούν από μόνες τους.
Με ενοχλεί πάρα πολύ το γεγονός οτι στις μέρες μας η περιβόητη ανάπτυξη και πρόοδος συντελείται δίχως να λαμβάνονται υπόψιν σημαντικότατα στοιχεία, όπως η περιβαντολογική και ανθρώπινη ιδαιτερότητα και παρουσία. Ίσως εκεί να οφείλεται το αδιέξοδο που δείχνει να πλησιάζει ο πολιτισμός, δηλαδή ο τρόπος του βίου, που έχουμε ασπαστεί. Η προτεραιότητα των αριθμών, των δεικτών ανάπτυξης και των ταχυτήτων λειτουργεί μερικώς ή πλήρως αποκομμένη από τον άνθρωπο, τις ανάγκες του και εις βάρος του περιβάλλοντος.
Και ενώ οι ταχύτητες αυξάνονται, ο χρόνος για επαφή και ενασχόληση με τα ουσιώδη της ζωής μειώνεται. Ελάχιστος χρόνος για σκέψη, για μεταφυσικές αναζητήσεις, για μία ζεστή ματιά, ένα χαμόγελο, ένα αμμουδερό ακρογυάλι…απλότητα, αφέλεια. Μια μικρή στιγμή που συνάμα διαρκεί μια αιωνιότητα. Όπως κάποτε στα θεμέλια του παλατιού του Βουκολέοντα.
Στάθηκα για πάρα πολύ ώρα μπροστά από το Παλάτι, θαυμάζοντας τον όγκο του, τα μεγάλα παράθυρα και τις διακοσμήσεις που έχουν απομείνει. Και καθώς παρατηρούσα όλο και πιο επίμονα τα βυζαντινά απομεινάρια, ξεκίνησα να δημιουργώ μία εικόνα από την φαντασία μου, μία οπτασία από τα παλιά. Ο ενοχλητικός ήχος των αυτοκινήτων ολοένα και εξασθενούσε, ώσπου χάθηκε εντελώς. Το πάρκο δίπλα από το Παλάτι καλύφθηκε και πάλι από αμμουδιά και παφλασμοί κυμάτων ακούστηκαν. Έμεινα ξυπόλητος, με τις πατούσες μου να μισοβουλιάζουν στην αμμουδιά και νοιώθοντας τον αφρό των κυμάτων να τα χαιδεύει.
Και κάπου εκεί ένα ακόμα βαρκάκι πλησίασε την μοναχική παραλία. Ένας άντρας κατέβηκε κρατώντας προσεκτικά μια τεράστια φωτογραφική μηχανή με τρίποδα. Αφού την τοποθέτησε κάπου προσεκτικά, ίσιωσε το καπέλο του, σκούπισε το κούτελο του και με ρώτησε:
-Τι κάνεις εδώ στην ερημιά νέε μου;
-Συγκρίνω φωτογραφίες του Τότε με το Τώρα, του απάντησα.
-Εεε, τότες να βάλω τα δυνατά μου να βγει πετυχημένη. Για κάμε όμως και εσύ λιγάκι στην άκρη, μου είπε με παιχνιδιάρικη φωνή.
Έβγαλε το καπέλο του, έστριψε το μουστάκι του, μου χαμογέλασε και με μαεστρία έχωσε το κεφάλι του κάτω από το μαύρο σκέπασμα της φωτογραφικής μηχανής του…