Στο πολύχρωμο κολάζ της Πόλης

3042

Τι σημαίνει για κάθε άνθρωπο η πόλη, ο τόπος που γεννήθηκε; Ποια κατάλοιπα του έχει αφήσει, τι έχει αποβάλει ή τι νομίζει πως έχει αποβάλει; Επειτα από κάθε επίσκεψη στη γενέτειρα, στο καταφύγιο των παιδικών χρόνων, κάποια από αυτά ή πολλά από αυτά αποσαφηνίζονται, σαν να ανάβουν μικροί προβολείς στα ανεξερεύνητα σοκάκια της ψυχής.

Είναι διαφορετικό να έχεις γεννηθεί σε άλλη πόλη μεν, αλλά στα σύνορα της χώρας σου, και άλλο η γενέθλια πόλη σου να είναι αλλού, πολύ δε περισσότερο να πρόκειται για μια πόλη θρύλο, καταγεγραμμένη στο συλλογικό ασυνείδητο με τόση συναισθηματική φόρτιση.

Αρχή της συρρίκνωσης

Η πόλη αυτή, που ο συνήθως συννεφιασμένος της ουρανός με τα χρώματά του «προδίδει» το βάρος της ιστορίας της, είναι η πόλη που γεννήθηκα και έζησα μέχρι και τα πρώτα εφηβικά μου χρόνια, εκεί όπου ένα κομμάτι της ψυχής μου μένει παντοτινά. Η Κωνσταντινούπολη που εγώ πρόλαβα να ζήσω δεν ήταν πλέον αυτή της μεγάλης ακμής του Ελληνισμού και του κοσμοπολιτισμού των αρχών του 20ού αιώνα. Η συρρίκνωση είχε αρχίσει, στην αρχή δειλά, και μετά σαν ορμητικό ποτάμι.

Μνήμες παιδικές… καλοκαίρι, στη Χάλκη, ισόγειο, στο σπίτι με τη μεγάλη σάλα. Μια αίσθηση στον αέρα, σαν ένα αόρατο άγγιγμα, μια εικόνα θολή αλλά και τόσο δυνατή. Ψίθυροι, κουβέντες ενηλίκων, κάθε μέρα στην εφημερίδα ανακοινώνονταν ονόματα γνωστών τους, πρέπει να εγκαταλείψουν τη χώρα. Αδιόρατος φόβος. Αγωνία… Τι να σημαίνει αυτό; Πώς χαράζονται αυτά στην παιδική ψυχή;

Στο σχολείο και κυρίως στο Γυμνάσιο -στο Ζάππειο- συχνά γινόταν αναφορά στον συνεχώς ελαττούμενο αριθμό των μαθητών και οι συγκρίσεις με παλαιότερα χρόνια όπου τα πολλά θρανία δύσκολα χωρούσαν μέσα στις σχολικές τάξεις.

Μια κοινωνία αμιγώς αστική με προκαθορισμένους ρόλους και μέλλον για τον καθένα. Οι ανατροπές και οι εκπλήξεις έρχονταν μόνο από εξωτερικά γεγονότα. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς από τα χρόνια εκείνα. Μικρά θραύσματα ενός συνόλου. Το σπίτι που γεννήθηκα, και πρόσφατα επισκέφθηκα στην περιοχή του Πέρα, μου φάνηκε τόσο μικρό σε σχέση με αυτό που είχα στο μυαλό μου. Τα πάντα στο παιδικό μυαλό γιγαντώνονται! Σπίτια, δρόμοι, άνθρωποι, φόβοι, χαρές… Το σπίτι μας πάντα γεμάτο από κόσμο, συγγενείς και φίλοι που έρχονταν απροειδοποίητα. Το ήξεραν… πάντα κάποιος θα βρισκόταν. Αλλες εποχές.

Επισκέψεις που κρατούσαν ώρες πολλές, συχνά και με διανυκτέρευση. Ερχονταν από τα μακρινά προάστια της Πόλης. Ανταλλαγή επισκέψεων με οικογενειακούς φίλους διαφόρων εθνικοτήτων και θρησκευμάτων. Σχέσεις αγάπης, αλληλοεκτίμησης και απόλυτου σεβασμού του «πιστεύω» του καθένα. Αυτά σε προσωπικό επίπεδο. Οι οικογενειακές κυριακάτικες βόλτες στον Βόσπορο, ακολουθούμενες από την απογευματινή μελαγχολία για την επερχόμενη μέρα στο σχολείο.

Με το κλείσιμο των σχολείων, αρχές καλοκαιριού, η πρώτη μέρα σε κάποιο από τα νησιά των Πριγκηποννήσων, όπου οι οικογένειες μετακόμιζαν για περίπου ένα τρίμηνο. Ως νησί διακοπών, μετά τη Χάλκη, ακολουθούσε η Αντιγόνη. Η μαγική πρώτη μέρα με τα αρώματα από τους ανθισμένους κήπους, μεθυστικά και ίσως σαν μια προσμονή για ένα πολλά υποσχόμενο καλοκαίρι. Για τα παιδιά και τους νέους, η ελεύθερη -σχετικά- ζωή ήταν τα καλοκαίρια στις εξοχές. Για τους περισσότερους το τέλος σήμαινε μελαγχολία. Προσωπικά εμένα καθόλου δεν με ενοχλούσε, διότι το έβλεπα σαν μια καινούργια αρχή με στόχους και πρόγραμμα.

Η Πόλη για μένα είναι τρυφερότητα, οικογενειακή θαλπωρή -οικογένεια σε ευρεία έννοια- με θείους, θείες, γιαγιάδες, άγνοια και φόβο, τα πρώτα σκιρτήματα αλλά και μια για πάντα χαμένη παιδική αθωότητα. Δυνατό μέσα μου και ακόμη αξεπέραστο μένει το αίσθημα της Μεγάλης Παρασκευής. Τα εγκώμια στο Μουχλιό. Μέσα από τα βρώμικα -τότε- ανηφορικά δρομάκια στο Φανάρι. Το Μουχλιό, όπως το λέγαμε… Πρόκειται για την Παναγία τη Μουχλιώτισα ή Παναγία των Μογγόλων.

Κάθε χρόνο τέτοια μέρα μέχρι τώρα, μάταια αναζητώ την ίδια συγκίνηση, την ίδια ευλάβεια στα μικρά εκκλησάκια ανά την επικράτεια. Μα και το Μουχλιό, όταν το ξαναεπισκέφθηκα μεγάλη πια, δεν ήταν το ίδιο. Τίποτα δεν μένει ίδιο. Ο,τι έφυγε έφυγε. Οι κύκλοι κλείνουν ο ένας μετά τον άλλον, κάποιες φορές αποτελούν άθελά τους τους κρίκους μιας αλυσίδας. Τίποτα δεν κλείνει οριστικά, όμως δεν γυρίζει και πίσω. Εμείς αλλάζουμε, οι τόποι και οι συνθήκες διαφοροποιούνται.

Η Κωνσταντινούπολη του σήμερα είναι πολύ διαφορετική. Γι’ αυτούς που έχουν καιρό να την επισκεφθούν, είναι σχεδόν αγνώριστη. Λεωφόροι, γέφυρες, ουρανοξύστες. Εάν όμως περπατήσεις στα στενά της, συναντήσεις τους καθημερινούς ανθρώπους, μπεις στα παλιά σπίτια, τότε νιώθεις πως ο χρόνος έχει σταματήσει.

Επιστροφή αυτογνωσίας

Μια μεγαλούπολη με τις τεράστιες αντιθέσεις της. Δυσκολεύεσαι πολύ να την αναλύσεις. Μια πόλη που ψάχνει την ταυτότητα της; Ισως και όχι. Να είναι αυτή που είναι! Και για να μιλήσουμε με όρους εικαστικούς, είναι ένα πολύχρωμο κολάζ, αποτελούμενο από τόσο διαφορετικής υφής και ποιότητος υλικά! Αυτή είναι και η ομορφιά της. Μια πόλη που παρέμεινε πρωτεύουσα δύο αυτοκρατοριών για πάνω από δεκαπέντε αιώνες.

Οσο και αν πολλά από τα στολίδια της ξεθώριασαν, οι μαρτυρίες είναι αρκετές για τις παρελθούσες δόξες της. Δεν είναι διάθεση μόνιμης εγκατάστασης στην Πόλη. Δεν είναι μόνο ψυχαγωγία. Είναι μια επιστροφή όπου σε εποχές ηρεμίας νιώθεις λίγο από τη θαλπωρή της παιδικής ηλικίας. Είναι σαν μια αύρα που σε τυλίγει και σε ξαναγυρνά δεκαετίες πίσω.

Πρόκειται για επιστροφή αυτογνωσίας. Οι μυρωδιές, κυρίως οι μυρωδιές! Καταλαβαίνεις πράγματα για τον εαυτό σου, για τους άλλους, δικαιολογείς, κατανοείς το τώρα. Είναι ένα ταξίδι μέσα στο ταξίδι. Ενα προσκύνημα. Με σεβασμό για το παρελθόν αυτής της πόλης και αυτών που έζησαν. Ενα ταξίδι που θέλω να κάνω συχνά!

* Η κ. Γεύσω Παπαδάκη είναι ζωγράφος.

———————————————————————-

kathimerini.gr